Γη και ελευθερία – η ταινία

 

Δείτε ολόκληρη την ταινία εδώ:

http://www.youtube.com/watch?v=qJw6ha57btk

Η διαδικασία ενσωμάτωσης ενός ανένταχτου στο ποτάμι της επανάστασης, η περαιτέρω βασανιστική δυσκολία του να ενταχθεί σε ένα συγκεκριμένο ρυάκι (“πώς” και “πόσο” θα επαναστατήσει) και η κυριολεκτικά τραγική μοίρα του μετά την κατάσβεση, με τον έναν ή με τον άλλον τρόπο, της επαναστατικής φλόγας: αυτές είναι οι κοινές συνιστώσες της προβληματικής του Ken Loach, από τις οποίες διαμορφώνονται τόσο το The Wind that Shakes the Barley– το οποίο του χάρισε τον Χρυσό Φοίνικα πριν από λίγες ημέρες – όσο και το Γη και Ελευθερία (1995). στο δεύτερο, μάλιστα, η μυθοπλασία του Loach δεν ξετυλίγεται ευθέως… μέσα στη μηχανή του χρόνου, αλλά ενεργοποιείται μόνο μέσα από τη μίνι έρευνα μιας έφηβης κοπέλας στο “εδώ και τώρα”. Πρόκειται για την εγγονή ενός Βρετανού κομμουνιστή (Ian Hart), ο οποίος ταξίδεψε μέχρι την Ισπανία για να συμπαραταχθεί με τους αντιφρανκικούς αγωνιστές. Καθώς η αφανής πρωταγωνίστρια (θα την ξαναδούμε ελάχιστες φορές μέσα στην ταινία) του Γη και Ελευθερία ψαχουλεύει τα σεντούκια του νεκρού παππού της, ανακαλύπτει αποκόμματα εφημερίδων, τσακισμένες φωτογραφίες και λαχανιασμένες επιστολές – κι εμείς ταξιδεύουμε μαζί της στην Ισπανία του 1936, έχοντας υποπτευθεί πού το πάει ο γερο-Ken.

Από τη στιγμή που φιλμ μας εισάγει στο ταραχώδες πεδίο του ισπανικού εμφυλίου, πρωταγωνιστής καθίσταται ο άνεργος Άγγλος που αφήνει πίσω τη μνηστή του για να πολεμήσει κατά του φασισμού. Ο Loach όμως δεν χρωματίζει το βασικό δραματουργικό του πιόνι σαν το μονολιθικό “θετικό ήρωα” του σοσιαλιστικού ρεαλισμού. Πέρα από θούριους, μεγαλοστομίες και εξιδανικεύσεις, αυτός εδώ ο απόκληρος της εργατικής τάξης ταξιδεύει στην Ισπανία α) διότι δεν έχει τίποτα καλύτερο να κάνει και δεν τον καλύπτει πλήρως το χιλιομασημένο άλλοθι “έχω γυναίκα και παιδιά” β) διότι πείθεται, ίσως, ότι η μάχη του φασισμού είναι η καταπολέμηση ενός καρκινώματος πριν αυτό εξαπλωθεί. Η επανάσταση είναι υπόθεση των εξαθλιωμένων, λοιπόν, οι οποίοι προφανώς και δεν έχουν πατρίδα: “Είμαστε άνδρες και γυναίκες που πολεμούν για έναν σκοπό, όχι σαν το στρατό της πατρίδας μας“.

Στη συνέχεια, ο Loach εξαρτά πάντοτε την δράση από τις επιλογές του ήρωά του, και τις τελευταίες από… τις προσωπικές του επιλογές. Όχι για να κατανοήσουμε και να συμμεριστούμε τις εσωτερικές ζυμώσεις τοπ5 δημιουργού, αλλά για να ακολουθήσουμε την ίδια πορεία με αυτόν σε ένα μονοπάτι γεμάτο σταυροδρόμια. Με τους άτακτους του POUM ή με ενιαία στρατιωτική οργάνωση; Μήπως με τους σταλινικούς; ο Βρετανός προλετάριος που βρέθηκε σε ξένο έδαφος αρχίζει να αισθάνεται ότι διεξάγει έναν άγνωστο πόλεμο και δεν ξέρει με ποιους να πάει και ποιους να αφήσει. Εξάλλου ο αρχικός εχθρός, που δεν είναι άλλος από τις δυνάμεις του πραξικοπηματία Φράνκο, σταδιακά εξαφανίζεται από το φιλμικό πεδίο, για να βρεθούμε εν μέσω ενός αδυσώπητου αντιφασιστικού εμφυλίου. Ο Loach είναι βαθιά πικραμένος με την αιώνια πολυδιάσπαση της Αριστεράς, την οποία όμως:

– δεν αποτάσσεται ως ένα ακαθόριστο κακό. Κομβικά σημεία στο Γη και Ελευθερία αποτελούν οι εκτεταμένες διαλογικές σκηνές, ηθελημένοι πλατειασμοί σε ένα φιλμ που δεν βιάζεται να προωθήσει μηχανικά μια κάποια “δράση”. Κάθε διάσπαση ξεκινά από το στήσιμο μιας μικρής Βουλής, όπου η αντιπαράθεση εκτίθεται διεξοδικά, αν και με κομμένη την ανάσα. Στη συνέλευση που οργανώνεται αμέσως μετά την απελευθέρωση ενός χωριού, για παράδειγμα, παίζεται ένα πινγκ-πονγκ απόψεων υπέρ της κολεκτιβοποίησης ή μιας συντηρητικότερης ανακατανομής της γης. Στο βάθος παραμονεύουν πάντοτε τα δυσεπίλυτα ζητήματα του θεωρούμενου ως σκοπού μιας Επανάστασης, της δυνατότητας διάκρισης βραχυπρόθεσμου – μακροπρόθεσμου σκοπού, αλλά και των μέσων για την επίτευξη του καθενός. Χρησιμοποιώντας μια μέθοδο που προσιδιάζει σε αυτήν των πλατωνικών διαλόγων, ο Loach μπορεί να φαίνεται “αντικειμενικός”, αλλά τελικά δεν πέφτει σε αυτήν την παγίδα (την “αντικειμενικότητα” στην ιστορική καταγραφή επικαλούνται μόνο οι απατεώνες). Πολύ διακριτικά, προσανατολίζει τους διαλόγους στην επιθυμητή κατακλείδα, ενώ προσδίδει τις κατάλληλες αποχρώσεις στον φορέα της εκάστοτε άποψης. Ωστόσο, οι διασπάσεις έχουν ήδη συντελεστεί.

– δεν παρατηρεί με σταυρωμένα τα χέρια. Υπαινιχθήκαμε ότι η περιπλάνηση του πρωταγωνιστή είναι ο μπούσουλας για το τελικό πόρισμα της κινηματογραφικής Ιστορίας του Loach . Ο οποίος θα επιλέξει να υπεραπιστεί τους ατάκτους και ανεπίδεκτους καπελώματος ουτοπιστές, που τελικά θα συντριβούν σαν το στράτευμα του “Αλονζανφάν” – κι αν οι Ταβιάνι αρνούνται τον απόλυτο πεσιμισμό μέσω της ύπαρξης του ομώνυμου με την ταινία ήρωά τους (του νέου και άφθαρτου Allonsanfan, που θα επιβιώσει αντί του Mastroianni), ο Ken Loach θα το πράξει με άλλον τρόπο: η όμορφη και ιδεολογικά / ηθικά άσπιλη Μπλάνκα (Λευκή) θα πυροβοληθεί πισώπλατα, όμως ο πεισματικός ρομαντισμός του voice over μονολόγου που ακολουθεί τσακίζει τις αντιστάσεις:

“… να ξέρεις ότι δε μετανιώνω για τίποτα. Οι επαναστάσεις είναι μεταδοτικές κι αν πετυχαίναμε – και μπορούσαμε – θα αλλάζαμε ολόκληρο τον κόσμο. Δεν πειράζει, όμως, θα έρθει ο καιρός μας.“

“Το αύριο είναι δικό μας!” θα ακουστεί να φωνάζει αμέσως μετά μια γυναικεία φωνή, ενώ το παράλληλο μοντάζ θα μας μεταφέρει στο φιλμικό παπ1όν για να την διαψεύσει εν μέρει: ο Ken Loach γεννήθηκε ακριβώς τον χρόνο του φρανκικού πραξικοπήματος και τώρα ζει αγωνιωδώς αυτό το χαμένο “αύριο”. Με το Γη και Ελευθερία, τουλάχιστον, κατόρθωσε να παράσχει μηχανική βοήθεια στο ετοιμοθάνατο παρελθόν και να πετύχει μια απειροελάχιστη νίκη της μνήμης ενάντια στη λήθη.

πηγή: cine.gr

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *