Του Σωτήρη Λαϊνά
Σύμφωνα με δημοσιεύματα υπάρχει σχέδιο συγκέντρωσης και προσωρινού εγκλεισμού των τοξικομανών της Αθήνας στο κέντρο κράτησης της Αμυγδαλέζας, προκειμένου να «καταγραφούν», όσοι από αυτούς κινούνται σε κεντρικά σημεία της Αθήνας και ταυτόχρονα να εξεταστούν για τυχόν ασθένειες.
Εάν επρόκειτο για μεμονωμένα περιστατικά θα μπορούσαμε να υποθέσουμε ότι πρόκειται για παρορμητικές ιδέες νοσηρών εγκεφάλων. Η αλληλουχία όμως των γεγονότων μας οδηγεί σε διαφορετικά συμπεράσματα. Η διαπόμπευση των οροθετικών εκδιδομένων γυναικών ακολουθήθηκε από τα στρατόπεδα συγκέντρωσης των μεταναστών και τώρα προκύπτει η ιδέα της συγκέντρωσης των τοξικομανών σε στρατόπεδα συγκέντρωσης. Οι πρακτικές αυτές όπως φαίνεται από την εξέλιξή τους, έχουν ευθεία συσχέτιση με τις πλέον αντιδραστικές λογικές και πολιτικές κοινωνικού ελέγχου.
Ο διαφορετικός, αυτός που δεν ενσωματώνεται, είτε από επιλογή, είτε από αδυναμία να ανταποκριθεί στις ολοένα και περισσότερο παράλογες απαιτήσεις του σύγχρονου μοντέλου ανάπτυξης, οφείλει να ελέγχεται και εάν είναι δυνατόν να «εξαφανίζεται» από την κοινή θέα, για την αποφυγή ενόχλησης των υπολοίπων, ημών των «φιλήσυχων νοικοκυραίων». Με δύο λόγια τα σκουπίδια κάτω από το χαλί.
Οι υποστηρικτές αυτών των πρακτικών επιχειρούν να τις «νομιμοποιήσουν»,προτάσσοντας την ανάγκη για διαφύλαξη της δημόσιας Υγείας γιατί σύμφωνα με την λογική τους οι άνθρωποι αυτοί αποτελούν «υγειονομική βόμβα» για το σύνολο του πληθυσμού. Αν μπούμε στη συζήτηση για «υγειονομικές βόμβες» θα πρέπει να παραδεχτούμε όλοι ότι οι πραγματικές υγειονομικές βόμβες είναι οι επικρατούσες νεοφιλελεύθερες πολιτικές που φτωχοποιούν και εξαθλιώνουν καθημερινά χιλιάδες ανθρώπους.
Αδιαφορώντας για αυτή την πραγματικότητα το «φιλάνθρωπο» κράτος υποστηρίζει ότι οφείλει να συγκεντρώνει τους τοξικομανείς – έστω και παρά τη θέληση τους και πέρα από κάθε έννοια δικαίου – σε στρατόπεδα συγκέντρωσης, προκειμένου να τους «περιθάλψει» και ταυτόχρονα να προστατεύσει όλους τους υπόλοιπους. Και εδώ ακριβώς ξεκινά η μεγάλη εκτροπή. Από τις πρακτικές αλληλεγγύης και πραγματικής περίθαλψης, διολισθαίνουμε σε πρακτικές ελέγχου, καταστολής και στην καλύτερη των περιπτώσεων, διαχείρισης συνανθρώπων μας, στους οποίους αφαιρούμε σημαντικό μέρος της αξιοπρέπειας και της ανθρώπινης υπόστασης τους. Η βαρβαρότητα και η περιστολή των ανθρωπίνων και πολιτικών δικαιωμάτων νομιμοποιείται στις συνειδήσεις μας και δεν αντιδρούμε. Και το εύρος αποδοχής αυτών των ολοκληρωτικών λογικών συνεχώς διευρύνεται. Στην αρχή οι οροθετικές εκδιδόμενες γυναίκες, στη συνέχεια οι μετανάστες, τώρα οι τοξικομανείς. Στη συνέχεια ποιοι/ες; Η ιστορία μας λέει ότι έχουν σειρά ομάδες όπως οι ομοφυλόφιλοι, οι ανάπηροι, οι ψυχικά πάσχοντες, οι Ρομά και τέλος οι όποιοι αντιφρονούντες. Η βαρβαρότητα που βιώνουμε τα τελευταία χρόνια μας επιτρέπει να υποθέσουμε ότι οι ομάδες αυτές θα ακολουθήσουν και ίσως προστεθούν και κατηγορίες, όπως οι νεόπτωχοι, οι άστεγοι, όσοι εξαθλιώνονται όλο και περισσότερο.
Οι προαναφερόμενες βάρβαρες πολιτικές για να υλοποιηθούν χρειάζονται και τη συμμετοχή και συνδρομή – πέραν των δυνάμεων καταστολής – και εργαζομένων του τομέα της υγείας διαφόρων ειδικοτήτων. Η συμμετοχή υγειονομικών σε ανάλογες κατασταλτικού τύπου παρεμβάσεις είναι ένα φαινόμενο άκρως λυπηρό και ανησυχητικό. Είναι ακριβώς αυτά τα συμβάντα, στα οποία οι λειτουργοί υγείας οφείλουμε να αντιστεκόμαστε, να προτάσσουμε τις ανθρωπιστικές αξίες και την πολιτική διάσταση του ρόλου μας και να αρνούμαστε να συναινέσουμε σε απαράδεκτες πρακτικές, που ακυρώνουν την αξία των ανθρώπινων υπάρξεων, στο όνομα των οποίων λειτουργούμε.
Όσον αφορά στο συγκεκριμένο ζήτημα των τοξικομανών που συνωστίζονται σε κεντρικά σημεία της Αθήνας, είναι βέβαιο ότι χρειάζονται βοήθεια και υποστήριξη. Χρειάζονται βοήθεια και υποστήριξη για να εξέλθουν από αυτή την κατάσταση αβοηθησίας και απελπισίας, στην οποία έχουν περιέλθει. Η βοήθεια και υποστήριξη μπορεί να προέλθει από πολλαπλές δράσεις εκ μέρους του κράτους, των διαφόρων συλλογικοτήτων πολιτών και άλλων φορέων. Δράσεων όμως που βασίζονται στην αλληλεγγύη, στη βαθιά πίστη ότι καμιά ζωή δεν είναι χαμένη, ότι όλοι οι άνθρωποι μπορούν, αν λάβουν κατάλληλη υποστήριξη να αλλάξουν τη ζωή τους. Γνωρίζουμε άλλωστε από τη διεθνή εμπειρία, αλλά και από την ελληνική πραγματικότητα ότι οι πρακτικές ελέγχου και καταστολής ουδέποτε έλυσαν ανάλογα προβλήματα. Το μόνο που επιτυγχάνουν είναι να διευρύνουν τον έλεγχο και την αυθαιρεσία του κράτους επί των πολιτών του. Αντίθετα δράσεις που στοχεύουν στην κάλυψη των αναγκών αυτών των ανθρώπων και στην υποστήριξη τους, έχουν αποτελέσματα.
Οριστική λύση όμως αυτών των ζητημάτων δεν μπορεί να προέλθει από οποιεσδήποτε δράσεις, όσο κυριαρχούν οι βάρβαρες νεοφιλελεύθερες πολιτικές που ωθούν ολοένα και περισσότερους συμπολίτες μας στην εξαθλίωση. Θα πρέπει λοιπόν να αποφασίσουμε σαν κοινωνία αν: θα συνεχίσουμε να επιλέγουμε αυτούς τους αδιέξοδους δρόμους του αποκλεισμού και της περιθωριοποίησης, όσων δεν ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις του παράλογου μοντέλου ανάπτυξης,
ή αν θα δώσουμε έμφαση σε λογικές αλληλεγγύης και αλληλοβοήθειας όχι κινούμενοι από μια αίσθηση φιλανθρωπίας, αλλά αναγνωρίζοντας ότι αυτός είναι ο μοναδικός δρόμος για να προασπίσουμε την ποιότητα της ζωής μας και εντέλει την ίδια μας τη ζωή.
* Ο Σωτήρης Λαϊνάς είναι δρ. Ψυχολογίας ΑΠΘ και Συντονιστής Προγράμματος Προαγωγής Αυτοβοήθειας ΑΠΘ
Αναδημοσίευση από:http://anhsyxia.wordpress.com